εμπειριοκριτικισμός — Γερμανική φιλοσοφική θεωρία, της οποίας κύριοι εκπρόσωποι υπήρξαν ο Αβενάριος και ο Μαχ. Η θεωρία αυτή δέχεται ως σκοπό της γνωσιολογίας την αποκατάσταση της καθαρής εμπειρίας, απαλλαγμένης από κάθε μεταφυσική αντίληψη. Απομακρύνεται, συνεπώς,… … Dictionary of Greek
φιλοσοφία — Ο όρος, που σημαίνει αγάπη της σοφίας, αναφέρεται για πρώτη φορά στον Πυθαγόρα. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, και μεταξύ αυτών ο Κικέρων και ο Διογένης Λαέρτιος, αφηγούνται ότι ο Πυθαγόρας, διατρέχοντας την Ελλάδα, έφτασε στον Φλιούντα, όπου ο Λέων … Dictionary of Greek
Λένιν — (Lenin, Σιμπίρσκ 1870 – Γκόρκι, Μόσχα 1924). Ψευδώνυμο του Ρώσου επαναστάτη, θεωρητικού του κομουνισμού, ιδρυτή του μπολσεβικισμού και της Σοβιετικής Ένωσης Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ (Vladimir Ilich Ulianov). Τα νεανικά και φοιτητικά χρόνια του Λ … Dictionary of Greek
Μαχ, Ερνστ — (Ernst Mach, Τουράνι, Μοραβία 1838 – Χάαρ, Βαυαρία 1916). Αυστριακός φιλόσοφος και φυσικός, ιδρυτής του εμπειριοκριτικισμού (βλ. λ.). Φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Βιέννης και από το 1864 έως το 1901 διετέλεσε καθηγητής φυσικής και φιλοσοφίας… … Dictionary of Greek